Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση
Διάφοροι ορισμοί έχουν διατυπωθεί κατά καιρούς με σκοπό τον προσδιορισμό του περιεχομένου της Ειδικής Αγωγής, ωστόσο σήμερα αποφεύγεται η χρήση ενός συγκεκριμένου, διότι θεωρείται πως ο κάθε μαθητής με Ειδικές Ανάγκες θα πρέπει να εκλαμβάνεται ως ξεχωριστή και πολύπλευρη προσωπικότητα και όχι να χαρακτηρίζεται βάσει κάποιας εμφανούς ή μη αναπηρίας του. Φυσικά η αναπηρία του μαθητή εξακολουθεί να υφίσταται και λαμβάνεται υπόψη από τον δάσκαλο και τους αρμόδιους φορείς, στη διαμόρφωση του εκπαιδευτικού προγράμματος, όμως η προσωπικότητά του δεν χαρακτηρίζεται πια ως «αποκλίνουσα», αλλά ως σεβαστή (Ζώνιου-Σιδέρη, 2000). Παράλληλα, με τον όρο Ειδική Εκπαίδευση αναφερόμαστε σε ένα κλάδο των Ανθρωπιστικών επιστημών που έχει ως αντικείμενό του τη συστηματική μελέτη των χαρακτηριστικών και του κλινικού προφίλ παιδιών με Ειδικές Εκπαιδευτικές Ανάγκες, καθώς και την παρέμβαση με σκοπό την εξάλειψη ή άμβλυνση των δυσκολιών που προκύπτουν από αυτές (Στασινός, 2016).
Όμως ποια είναι τα παιδιά με Ειδικές Ανάγκες; Με τον όρο αυτό αναφερόμαστε στα παιδιά ή τους εφήβους που διαφέρουν αρκετά από το μέσο όρο συγκριτικά με τους συμμαθητές τους, με αποτέλεσμα να χρειάζονται ένα εξατομικευμένο πρόγραμμα διδασκαλίας ή ειδικής παρέμβασης προκειμένου να αποκομίσουν το μεγαλύτερο δυνατό όφελος από την εκπαίδευσή τους (William Lee Heward, 2009). Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνονται παιδιά με αναπηρίες και αισθητηριακές διαταραχές, μαθησιακές δυσκολίες, συμπεριφορικά προβλήματα, διάχυτες αναπτυξιακές διαταραχές, καθώς και εκείνα που διαθέτουν κάποιο ιδιαίτερο ταλέντο, τα χαρισματικά ή εκείνα που προέρχονται από πολιτισμικές μειονότητες ή περιθωριοποιημένες περιοχές (William Lee Heward, 2009· Στασινός, 2016).
Τη χρήση του όρου αυτού ωστόσο κάποιοι απορρίπτουν, θεωρώντας πως δεν αποδίδει πιστά αυτό που επιδιώκει να ορίσει, μιας και πρόκειται απλώς για πιστή μετάφραση του αντίστοιχου αγγλικού όρου και δεν προσδίδει την απαραίτητη συναισθηματική φόρτιση και συγκαλύπτει τις αδυναμίες της αποδοχής των ατόμων με αναπηρίες από το ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον (Ζώνιου-Σίδερη, 2000). Πολλά από τα παιδιά αυτά φοιτούν πλέον στο συνηθισμένο σχολείο της γειτονιάς τους, στο πλαίσιο της Συμπεριληπτικής Εκπαίδευσης, και αντιμετωπίζονται ως ισάξια με τους συμμαθητές τους, απολαμβάνοντας ίσες εκπαιδευτικές και κοινωνικές ευκαιρίες.
Συμπεριληπτική εκπαίδευση
Την ένταξη των μαθητών με Ειδικές Εκπαιδευτικές Ανάγκες στο συνηθισμένο σχολείο, καθώς και τη συμπερίληψή τους σε αυτό ενθάρρυνε η υπογραφή της Διακήρυξης της Σαλαμάνκας, το 1994, η οποία καθιέρωσε τη συνεκπαίδευση των παιδιών με Ειδικές Ανάγκες, εκείνων δηλαδή με αναπηρίες, ιδιαίτερα χαρίσματα ή παιδιών πολιτισμικών μειονοτήτων και περιθωριοποιημένων περιοχών (Unesco, 1994).
Ο όρος Συμπεριληπτική εκπαίδευση αποδίδει στα Ελληνικά τον αντίστοιχο αγγλικό όρο «inclusive education» (Στασινός, 2016). Ορισμένοι επιστήμονες δεν αποδέχονται την απόδοση αυτή του όρου στην Ελληνική γλώσσα και αντιπροτείνουν άλλους . Ο Γουδήρας Δημήτρης προτείνει τη χρήση του όρου «Ενιαία εκπαίδευση» με το επιχείρημα ότι ο όρος αυτός τονίζει το δικαίωμα των παιδιών με εκπαιδευτικές ανάγκες αλλά και αναπηρίες για ισότιμη συμμετοχή στην εκπαίδευση, ενώ αντιθέτως υποστηρίζει πως ο όρος «συμπερίληψη» διατηρεί τις αρνητικές έννοιες της διάκρισης και της μειονεξίας που ακολουθούν ως στίγμα τα παιδιά αυτά (Γουδήρας, 2013).
Ανεξάρτητα από την απόδοση του όρου, όλοι οι επιστήμονες όταν αναφέρονται σε αυτόν εννοούν κάτι κοινό, την από κοινού δηλαδή συμμετοχή όλων των μαθητών με αναπηρίες ή μη στην εκπαίδευση και την παροχή ίσων ευκαιριών, χωρίς διακρίσεις σε αυτούς. Η μέθοδος αυτή προωθεί την κοινωνική ένταξη των ατόμων μέσω των διαδικασιών κοινωνικοποίησης που λαμβάνουν χώρα εντός της σχολικής τάξης και οδηγεί στην αποδοχή της διαφορετικότητας και μοναδικότητας του ατόμου και τη μείωση της ύπαρξης στερεοτύπων. Οι μαθητές μέσω της αλληλεπίδρασης και της συνεργασίας τους με τους άλλους μαθαίνουν να σέβονται τις ιδιαιτερότητες των ατόμων. Η συμμετοχή των ατόμων στην εκπαίδευση προωθεί την πολιτιστική και κοινωνική τους ζωή, οδηγώντας έτσι στην ολοκλήρωσή τους (Felder, 2019).
Ωστόσο, η εφαρμογή της Συμπεριληπτικής εκπαίδευσης δεν αποτελεί ένα εύκολο εγχείρημα, αλλά παρουσιάζει δυσκολίες. Στόχος αυτής είναι η πραγματική συνεκπαίδευση των μαθητών με ειδικές ανάγκες και όχι απλώς η ενσωμάτωσή τους εντός της τάξης, χωρίς αυτή να οδηγεί ωστόσο στην εξέλιξή τους και την προαγωγή της μάθησης.
Το σχολικό σύστημα θα πρέπει να είναι προσιτό σε όλους τους μαθητές τόσο από άποψη προσβασιμότητας -να διαθέτει δηλαδή η σχολική μονάδα τις απαραίτητες εγκαταστάσεις για τη διευκόλυνση των μαθητών- όσο και από άποψη λειτουργική. Η απόφαση για τη συμμετοχή ενός μαθητή στο γενικό σχολείο της γειτονιάς του πρέπει να λαμβάνεται εξατομικευμένα, ύστερα από την εκτενή και έγκυρη αξιολόγησή του.
Βιβλιογραφία:
Γουδήρας, Β.Δ. (2013). Η εννιαία εκπαίδευση. Απο την Ειδική Αγωγή στη Συμπεριληπτική Εκπαίδευση: Απο το σχολείο σε μια κοινωνία για όλους. Θεσσαλονική: Εκδόσεις Γράφημα.
Ζώνιου Σιδέρη, Α. (2000). Η εξέλιξη της Ειδικής Εκπαίδευσης. Από το Ειδικό στο Γενικό σχολείο. Άτομα με Ειδικές Ανάγκες και η Ένταξή τους (σσ. 27-45). Αθήνα: Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα.
Στασινός, Δ. (2016). Η Ειδικη Εκπαίδευση 2020. Για μια Συμπεριληπτική ή Ολική Εκπαίδευση στο νέο ψηφιακό σχολείο. Αθήνα, Εκδόσεις Παπαζήση.
William L.H. (2009). Παιδιά με ειδικές ανάγκες. Μια εισαγωγή στην Ειδική Εκπαίδευση.Μετάφραση: Λυμπεροπούλου Χ. Αθήνα, Εκδόσεις: Τόπος.
Unesco, (1994). The Salamanca Statement and Framework for Action on Special Needs Education.